Ο Υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη Ε. Οικονόμου στην Καβάλα στην παρουσίαση της ελληνικής μετάφρασης του Οδηγού «Κατανοώντας τα αντιμουσουλμανικά εγκλήματα μίσους – Αντιμετωπίζοντας τις ανάγκες ασφάλειας των μουσουλμανικών κοινοτήτων»

Δεν υπάρχουν σχόλια

 


Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε με την πρωτοβουλία του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) – Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών  και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Ερευνητικού Κέντρου «ΜΟΗΑ», που εδρεύει στην Καβάλα.

Κατά τη διάρκεια της τοποθέτησής του ο κ. Υφυπουργός περιέγραψε όλο το πλαίσιο πρωτοβουλιών που έχουν αναληφθεί για την εκπαίδευση των αστυνομικών αλλά και την καταγραφή, μέσω συγκεκριμένου μηχανισμού που λειτουργεί στη χώρα μας, των περιστατικών ρατσιστικής βίας. Μάλιστα ο κ. Υφυπουργός σημείωσε ότι: «Σύμφωνα με τις καταγραφές αυτές, τα στατιστικά στοιχεία για την Ελλάδα είναι αρκετά ενθαρρυντικά στη λογική ότι η χώρα μας αποτελεί κύριο προορισμό υποδοχής σε ευρωπαϊκό έδαφος, παράτυπης μετανάστευσης. Συγκεκριμένα και ενδεικτικά από την 1η Ιανουαρίου 2020 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020 καταγράφηκαν σε όλη την Επικράτεια από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. συνολικά 222 περιστατικά με πιθανολογούμενο ρατσιστικό κίνητρο. Από αυτά τα 19 αφορούσαν περιστατικά σε βάρος μουσουλμάνων και σχετίζονται αφενός με θρησκευτικές τους πεποιθήσεις και αφετέρου με την εθνοτική τους καταγωγή».

Επεσήμανε  ταυτόχρονα ότι : «για την προστασία τυχόν θυμάτων ρατσιστικής βίας και για τις σχετικές καταγγελίες προς την Αστυνομία λειτουργεί, όλο το 24ωρο, από τις αρχές του 2013, όταν κλιμακώθηκαν και τα μεταναστευτικά ρεύματα, η τηλεφωνική γραμμή 11414. Επίσης, υφίσταται ειδική φόρμα επικοινωνίας – καταγγελιών στην ιστοσελίδα της ΕΛ.ΑΣ. και στην αγγλική γλώσσα».

Ο κ. Υφυπουργός απαρίθμησε τέσσερις καλές πρακτικές που ακολουθούνται από την ΕΛ.ΑΣ. και προτείνει το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, με στόχο την αποτελεσματικότερη  αντιμετώπιση των φαινομένων και των εγκλημάτων με ρατσιστικά και ξενοφοβικά κίνητρα. Υπογράμμισε τη μηδενική ανοχή σε αυτά τα φαινόμενα τονίζοντας χαρακτηριστικά:

«Καμία διάκριση στη βάση της φυλής, του χρώματος,  της γλώσσας, του φύλου.

Αυτό είναι το δόγμα του Κράτους Δικαίου μας.

Η αφετηριακή εξέλιξη της Δημοκρατίας μας.

Η διακηρυκτική δοξασία και η τελολογική πραγματικότητα του πολιτισμού μας».

Ο κ. Υφυπουργός συνέχισε, τονίζοντας ότι: «στη χώρα μας, διαβιεί -αναγνωρισμένη εκ των διεθνών Συνθηκών εδώ και έναν αιώνα- μουσουλμανική μειονότητα. Η ισονομία, η ισοτιμία, η πολιτιστική και θρησκευτική ελευθερία της μειονότητας αυτής των Ελλήνων πολιτών, απολύτως θεσμοποιημένες σε συνταγματικό και νομοθετικό επίπεδο, αποτελούν μοντέλο και πρότυπο για την Ευρώπη του σήμερα, που δοκιμάζεται από την απειλή του Τζιχάντ, αλλά και τα ρεύματα ισλαμοφοβίας και ξενοφοβίας εξαιτίας του μεταναστευτικού.»

Ο Υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Οικονόμου  στο πλαίσιο της παρουσίας του στην Καβάλα επισκέφτηκε την Διεύθυνση Αστυνομίας του Νομού συνοδευόμενος από τον Γενικό Επιθεωρητή Βορείου Ελλάδος, Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο ΣΚΟΥΜΑ και το Γενικό Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Υποστράτηγο Πασχάλη ΣΥΡΙΤΟΥΔΗ, όπου είχε σύσκεψη με τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας Καβάλας Ταξίαρχο Ιωάννη ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ, τους κ.κ. Υποδιευθυντές της Δ.Α. Καβάλας, τους Διοικητές των Υπηρεσιών Έδρας καθώς και τους λοιπούς Αξιωματικούς της εν λόγω Διεύθυνσης.

Ταυτόχρονα με την ευκαιρία της σύσκεψης συναντήθηκε με τους εκπροσώπους της Ένωσης Αξιωματικών, της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων και της Ένωσης Συνοριακών Φυλάκων, όπου συζητήθηκαν συνδικαλιστικά ζητήματα.

Ακολουθεί το πλήρες το κείμενο  της ομιλίας του κ. Υφυπουργού στην εν λόγω εκδήλωση.

«Κυρίες και Κύριοι,

Επιθυμώ πριν από όλα να εκφράσω την ικανοποίηση του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, αλλά και την ενθάρρυνση από την πλευρά μας σε τέτοιες ημερίδες εργασίας.

Το γεγονός ότι δομές όπως ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη, το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελλάδας με την αρμόδια Γραμματεία του περί Θρησκευτικών Υποθέσεων αλλά και το Ερευνητικό μη κερδοσκοπικό Κέντρο “MOHA”, συναντώνται σήμερα στην Καβάλα και συζητούν για ζητήματα αιχμής, στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποτελεί από μόνο του αξιοσημείωτο γεγονός.

Ταυτόχρονα η επιλογή της ατζέντας των θεμάτων που επικεντρώνεται η σημερινή Ημερίδα εργασίας είναι εξόχως σημαντική. Γιατί ενώ οι περισσότερες τέτοιου τύπου εργασίες και συναντήσεις έχουν ως αφετηρία και κύριο αντικείμενο αναφοράς την Τζιχάντ, τον ριζοσπαστισμό στο Ισλάμ και τις επιπτώσεις στις Δυτικές κοινωνίες ή στον Καύκασο, το «σημερινό εργαστήριο» έχει την αντίθετη αναφορά.

Το ζητούμενο:

Μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Ευρώπη να μην βρεθούν, εξ αντανακλάσεως με την Τζιχάντ την «αίρεση» αυτή στην δοξασία του Ισλάμ περί Ιερού Πολέμου  θύματα μισαλλοδοξίας, ρατσισμού και διακρίσεων.

Οι εργασίες της σημερινής Ημερίδας, με τον τρόπο αυτόν  προκρίνουν την διασφάλιση της άμυνας του Πολιτισμού μας και της Δημοκρατίας, ενάντια στο βαρβαρισμό της μαζικής, τυφλής θρησκευτικής τρομοκρατίας από δίκτυα όπως η Aλ Κάιντα ή ο ISIS.

Καμία διάκριση στη βάση της φυλής, του χρώματος,  της γλώσσας, του φύλου.

Αυτό είναι το δόγμα του Κράτους Δικαίου μας.

Η αφετηριακή εξέλιξη της Δημοκρατίας μας.

Η διακηρυκτική δοξασία και η τελολογική πραγματικότητα του πολιτισμού μας.

Αυτή την κεντρική παραδοχή της κουλτούρας μας που αφορά και συνδέει μεταξύ τους Χριστιανούς, Μουσουλμάνους, Εβραίους, Ινδουιστές και τα άλλα θρησκευτικά δόγματα, στην λογική της ισονομίας, της ισοτιμίας και της ισότητας ευκαιριών, υπό την ιδιότητα του πολίτη, επιθυμεί να συντρίψει η Τζιχάντ. Και πως μπορεί αυτό να συμβεί; Εάν το Κράτος Δικαίου, η συντεταγμένη Πολιτεία, οι κοινωνίες των Πολιτών, οι εκτελεστικές δομές του νόμου και της ασφάλειας απαντήσουν με Τζιχάντ στην Τζιχάντ.

Εάν αφήσουμε το θεσμικό πλαίσιο, η διατύπωση και η συγκρότηση του οποίου είναι απόληξη της ορθής λειτουργίας του Δημοκρατικού Πολιτεύματος και πάμε στις γενεσιουργές αιτίες ατομικών συμπεριφορών εναντίον μουσουλμάνων, τα ζητήματα περιπλέκονται. Αρχικά, γιατί η στάση εναντίον μουσουλμάνων, σχετίζεται με την ανεπάρκεια πολιτικών «ενσωμάτωσης» όσον αφορά «Μητροπολιτικές Δυνάμεις» της Ευρώπης και τα δικαιώματα των κατοίκων με καταγωγή από τις πρώην αποικίες τους. Αλλά και τις συγκρούσεις μεταξύ εθνοτήτων, όταν μιλάμε για παράδειγμα για την περιοχή των Βαλκανίων.Τις ιδιαιτερότητες κάποιων μουσουλμανικών κοινοτήτων που αποδέχονται ως απονομή Δικαίου το νόμο της Σαρία, «γκετοποιούνται»  στα προάστια των πόλεων ή αρνούνται να ενταχθούν στην δυτική κουλτούρα, όπως αυτή προκύπτει από την υποχρεωτική βασική εκπαίδευση των παιδιών.

Κρίσιμος πολλαπλασιαστής της καλλιέργειας ρατσιστικού κλίματος σε βάρος των μουσουλμάνων αποτελεί σε κάθε περίπτωση η παράτυπη μετανάστευση και οι πολλαπλές διαπλοκές και περιπλοκές που αυτή δημιουργεί στις οργανωμένες κοινωνίες και τις κρατικές δομές στην Ευρώπη και όχι μόνον.

Αφήνοντας αυτήν την ιδιαίτερα περίπλοκη συζήτηση και επικεντρώνοντας στο σημερινό ειδικό αντικείμενο της Ημερίδας θα ήθελα να αναδείξω ορισμένα συγκεκριμένα ζητήματα που σχετίζονται με την Ελλάδα.

 Επιδίωξη μου στο πλαίσιο της εισαγωγικής μου αυτής τοποθέτησης να «φωτίσω» τις προστασίες και το θεσμικό πλαίσιο που ισχύει στη χώρα, εξειδικεύοντας στον Οργανισμό και τις Πρόνοιες που προβλέπονται στην λειτουργία της Ελληνικής Αστυνομίας.

 Καταρχάς τα εγκλήματα μίσους καθώς και τα εγκλήματα με πιθανό ρατσιστικό κίνητρο εντάσσονται στο γενικότερο θεσμικό πλαίσιο αντιμετώπισης του φαινομένου. Συγκεκριμένα, οι διατάξεις του Ποινικού Δικαίου για την καταπολέμηση του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων περιλαμβάνονται στο νόμο 927/1979, όπως τροποποιήθηκε με τους νόμους 1419/1984, 2910/2001 και 4285/2014.

Σύμφωνα με το άρθρο 82Α του Ποινικού Κώδικα (όπως τροποποιήθηκε με το νόμο 4619 / 2019) έχει τελεστεί έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, εάν η επιλογή του παθόντος έγινε στην βάση των χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, γενετήσιου προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών του φίλου του θύματος.

Χρήσιμο είναι επίσης να επισημανθεί ότι μεταξύ του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. και του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, έχει καθοριστεί ενιαίος τρόπος καταγραφής των εγκλημάτων με πιθανολογούμενο ρατσιστικό κίνητρο. Στο πλαίσιο αυτό έχει συσταθεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης ενιαίος κρατικός μηχανισμός καταγραφής περιστατικών ρατσιστικής βίας με υποχρέωση της ΕΛ.ΑΣ. να αποστέλλει, δύο φορές το χρόνο, τα στοιχεία που καταγγέλλονται ή  καταγράφονται στις Υπηρεσίες της.    

    Σύμφωνα με τις καταγραφές αυτές, τα στατιστικά στοιχεία για την Ελλάδα είναι αρκετά ενθαρρυντικά στη λογική ότι η χώρα μας αποτελεί κύριο προορισμό υποδοχής σε ευρωπαϊκό έδαφος, παράτυπης μετανάστευσης. Συγκεκριμένα και ενδεικτικά από την 1η Ιανουαρίου 2020 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020 καταγράφηκαν σε όλη την Επικράτεια από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. συνολικά 222 περιστατικά με πιθανολογούμενο ρατσιστικό κίνητρο. Από αυτά τα 19 αφορούσαν περιστατικά σε βάρος μουσουλμάνων και σχετίζονται αφενός με θρησκευτικές τους πεποιθήσεις και αφετέρου με την εθνοτική τους καταγωγή.

Αξίζει να σημειωθεί ότι για την προστασία τυχόν θυμάτων ρατσιστικής βίας και για τις σχετικές καταγγελίες προς την Αστυνομία λειτουργεί, όλο το 24ωρο, από τις αρχές του 2013, όταν κλιμακώθηκαν και τα μεταναστευτικά ρεύματα, η τηλεφωνική γραμμή 11414. Επίσης, υφίσταται ειδική φόρμα επικοινωνίας – καταγγελιών στην ιστοσελίδα της ΕΛ.ΑΣ. και στην αγγλική γλώσσα.

Κυρίες και κύριοι,

Η αντιμετώπιση του ρατσισμού σε κάθε του έκφανση και παράμετρο προϋποθέτει εκπαίδευση και συγκεκριμένη συλλογική κουλτούρα για τις κοινωνίες μας. Στο πεδίο της Ελληνικής Αστυνομίας, θέλω να υπογραμμίσω και να ενημερώσω για την προσπάθεια επιμόρφωσης του προσωπικού και των Αξιωματικών του Σώματος σχετικά.

Η Ελληνική Αστυνομία ανταποκρινόμενη στις προκλήσεις των καιρών βελτιώνει, επικαιροποιεί και προσαρμόζει την εκπαίδευση του προσωπικού της, στις νέες απαιτήσεις και δεδομένα που προκύπτουν.

Θέματα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και αντιμετώπισης της ρατσιστικής βίας διδάσκονται στις Σχολές Αξιωματικών, αλλά και Αστυφυλάκων. Σε κάθε ευκαιρία -τελευταίο παράδειγμα η επιμόρφωση που ξεκίνησε από τις αρχές του μήνα και θα εξελιχθεί μέχρι το Σεπτέμβριο του 2022 για τις δυνάμεις πρώτης ανταπόκρισης ΔΙΑΣ, ΔΡΑΣΗ, Άμεση Δράση- περιλαμβάνονται τέτοια γνωστικά αντικείμενα. Παράλληλα οι Διευθύνσεις του Αρχηγείου παροτρύνουν τα στελέχη τους, ειδικά αυτούς που συμμετέχουν στα Τμήματα και τα Γραφεία Ρατσιστικής Βίας, να παρακολουθούν σεμινάρια και εκπαιδευτικές δράσεις που οργανώνουν η Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία (CEPOL) και άλλοι ευρωπαϊκοί φορείς αλλά και ιδιωτικοί, μη κυβερνητικοί, φορείς κύρους. Ακόμη, με σειρά Εγκύκλιων διαταγών -δεν θα τις απαριθμήσω για να μην κουράσω- του Αρχηγού της Αστυνομίας προσδιορίστηκαν συγκεκριμένα κριτήρια στην διερεύνηση ρατσιστικού κίνητρου και δόθηκαν κατευθυντήριες γραμμές στις Υπηρεσίες. Ταυτόχρονα, στον «Κώδικα Δεοντολογίας του Αστυνομικού», περιλαμβάνονται συγκεκριμένες διατάξεις  που ορίζουν και απαγορεύουν ρητά κάθε μορφή βίας στην αστυνομική δράση.

Ιδιαίτερη μέριμνα υπάρχει όμως και για την προστασία των δικαιωμάτων των κρατουμένων από τις αστυνομικές αρχές, από ρατσιστική βία. Σύμφωνα με απόφαση του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ., αποτελεί δικαίωμα αυτών η υποβολή έγγραφης καταγγελίας για τυχόν κακές συνθήκες κράτησης, κακοποίηση, κακομεταχείριση ή άλλες προσβολές των δικαιωμάτων τους σύμφωνα με «Υπόδειγμα» που συντάχθηκε ειδικά με αυτό το στόχο και έχει μεταφραστεί σε 16 γλώσσες.

Κυρίες και κύριοι,

Η Ελλάδα ανήκει στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από πλευράς παράδοσης είναι μια χώρα μακράς ιστορίας και ανθρωποκεντρικής κουλτούρας, συντεταγμένης από οσμώσεις και ακούσματα τόσο της Δύσης, όσο και της Ανατολής.

Στο σημείο αυτό θέλω να σημειώσω ότι στη χώρα μας, διαβιεί -αναγνωρισμένη εκ των διεθνών Συνθηκών εδώ και έναν αιώνα- μουσουλμανική μειονότητα.

Η ισονομία, η ισοτιμία, η πολιτιστική και θρησκευτική ελευθερία της μειονότητας αυτής των Ελλήνων πολιτών, απολύτως θεσμοποιημένες σε συνταγματικό και νομοθετικό επίπεδο, αποτελούν μοντέλο και πρότυπο για την Ευρώπη του σήμερα, που δοκιμάζεται από την απειλή του Τζιχάντ, αλλά και τα ρεύματα ισλαμοφοβίας και ξενοφοβίας εξαιτίας του μεταναστευτικού.

 Αυτό που αποδεικνύεται σε βάθος χρόνου από την Ελληνική πραγματικότητα είναι ότι η αρμονική συνύπαρξη χριστιανών και μουσουλμάνων, δεν αποτελεί ευχολόγιο, και ουδόλως μια τέτοια συνύπαρξη διαταράσσει την συνοχή ενός εθνικού, ευρωπαϊκά οργανωμένου κράτους. Εξάλλου, η οικονομική ανάπτυξη και αναβάθμιση της Θράκης που βρίσκεται στις προτεραιότητες της σημερινής Ελληνικής Κυβέρνησης, αλλά και η προσέλευση διεθνών επιχειρηματικών επενδύσεων στην περιοχή, ουδόλως διαταράσσεται από την συνύπαρξη χριστιανών και μουσουλμάνων, ως προς το θρήσκευμα, πολιτών. Ακόμη και όταν η γειτονική Τουρκία επιχειρεί κατά καιρούς να «χειραγωγήσει» την μουσουλμανική μειονότητα για να στηρίξει τον επεκτατικό σχεδιασμό της, η εμπεδωμένη Ελληνική Δημοκρατία δεν αφήνει περιθώρια και εγγυάται τις ατομικές ελευθερίες, την περιουσία και την ασφάλειά τους.

 Στην Ελλάδα, εξάλλου, παρά το γεγονός ότι υπήρξε το φαινόμενο της «Χρυσής Αυγής» με τα κηρύγματα μισαλλοδοξίας, ξενοφοβίας, ρατσισμού, τα στελέχη τους είναι πλέον καταδικασμένα ως «εγκληματική οργάνωση», ο μέσος πολίτης αν και πιεζόμενος από το μεταναστευτικό, αντιδρά στην συντριπτική πλειοψηφία με υγιή και ουμανιστικό τρόπο.

Παραταύτα η επαγρύπνηση των κρατικών δομών και των κοινωνικών συλλογικοτήτων θα πρέπει να είναι συνεχής, αλλά προπάντων δημιουργική.

Από την πλευρά του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη θα ήθελα καταλήγοντας να αναφερθώ στις βέλτιστες πρακτικές καταπολέμησης ρατσιστικών φαινομένων συνολικότερα και όχι ειδικά για τους μουσουλμάνους που δεν αποτελούν εξάλλου ειδική κατηγορία θυμάτων:

Πρώτον: για την καταπολέμηση κάθε μορφής αρνητικής διάκρισης και μισαλλοδοξίας απαιτείται η συμμετοχή περισσότερων φορέων για την διαμόρφωση, παραγωγή και υιοθέτηση μέτρων καταπολέμησης του ρατσισμού.

Δεύτερον: αναγνωρίζεται ότι οι λειτουργίες της Αστυνομίας δεν μπορούν να έχουν τελικό αποτέλεσμα απέναντι στο φαινόμενο κρίνοντας ως απαραίτητες, παράλληλες κοινωνικές και εκπαιδευτικές πολιτικές πρωτογενούς πρόληψης με σκοπό να αποδυναμώνονται οι παράγοντες και οι επιρροές που γεννούν ή υποστηρίζουν το ρατσισμό και την διάκριση στη βάση των θρησκειών.

Τρίτον: Κατά την άποψή μας, η αντιμετώπιση ελαφρών μορφών του φαινομένου, θα πρέπει να γίνεται εκτός του ποινικού συστήματος, μέσω εναλλακτικών μορφών παρέμβασης, παροχή στήριξης και κοινωνικής πρόνοιας. Η καταστολή δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός ούτε μπορεί να καταλήγει σε «κυνήγι μαγισσών».

Τέταρτον: Η συνεργασία της Αστυνομίας και των Αρχών Ασφαλείας με κοινωνικούς φορείς και οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατά την άποψή μας, είναι σημαντική και το Υπουργείο είναι ανοιχτό σε τέτοιου τύπου συνεργασίες.

Κλείνοντας αξίζει να σημειώσουμε ότι η σύγκρουση με την «Λερναία Ύδρα» του Ρατσισμού είναι η άμυνα του Πολιτισμού μας, απέναντι στη Βαρβαρότητα.

Είναι ένα «στοίχημα» της παρούσας Ευρώπης απέναντι σε κοινωνίες «απαρχάιντ», αλλά και την μαζική τρομοκρατία της Τζιχάντ.

Σας ευχαριστώ και εύχομαι καλή συνέχεια στις εργασίες σας.»

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου