Αύριο στη Βουλή οι αλλαγές στον ποινικό κώδικα

Δεν υπάρχουν σχόλια

 Ψηφίζονται αύριο από την Ολομέλεια της Βουλής οι πολυαναμενόμενες αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα με επίκεντρο τις ρυθμίσεις οι οποίες κατά το Υπουργείο Δικαιοσύνης διορθώνουν λάθη τα οποία είχαν γίνει κατά την προηγούμενη αλλαγή του Κώδικα το 2019 και συμβαδίζουν με το κοινό περί Δικαίου αίσθημα.

Μεγάλο βάρος πέφτει σε βαριά εγκλήματα , μεγάλης ηθικής απαξίας  όπως η ανθρωποκτονία, ο βιασμός, η θανατηφόρος ληστεία για τα οποία η ποινή θα είναι πλέον μόνον η ισόβια κάθειρξη, χωρίς να υφίσταται η διαζευκτικότητα ισοβίου ή πρόσκαιρης κάθειρξης, όπως ισχύει σήμερα. Περαιτέρω αυστηροποιούνται τα αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής που τελούνται είτε σε βάρος ενηλίκων είτε σε βάρος ανηλίκων.

Για τους ανήλικους, η αυστηροποίηση  συνίσταται τόσο στην αναδιαμόρφωση και διεύρυνση των ηλικιακών ορίων, όσο και στην τυποποίηση ως κακουργημάτων συγκεκριμένων αδικημάτων. Πλέον, για την αποπλάνηση ανηλίκων, την αιμομιξία κ.α. η προβλεπόμενη ποινή θα είναι κάθειρξη έναντι της φυλάκισης. Επιπλέον, προβλέπεται ρητά για πρώτη φορά η περίπτωση βιασμού σε βάρος ανηλίκου με ποινή την ισόβια κάθειρξη.

Παράλληλα, οι ρυθμίσεις του υπουργείο Δικαιοσύνης αναμορφώνουν το πλαίσιο για τις υπο όρους απολύσεις με στόχο να αποτραπούν περιπτώσεις γρήγορων αποφυλακίσεων κατάδικων για σοβαρά αδικήματα.

Συγκεκριμένα, εισάγονται αντικειμενικά κριτήρια ως προς τον υπολογισμό του κατώτατου ορίου έκτισης της ποινής είτε με ευεργετικό υπολογισμό στα 4/5 από τα 3/5 είτε με πραγματική έκτιση αυξάνοντας τα κατώτατα όρια τόσο για την ποινή της κάθειρξης στα 3/5 της ποινής, αντί 2/5 που ισχύει σήμερα  όσο και για την ποινή της ισόβιας κάθειρξης από τα 16 στα 18 έτη. Παράλληλα για μείζονος απαξίας αδικήματα δεν θα υφίσταται η δυνατότητα κατ’ οίκον έκτισης της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση (βραχιολάκι) ενώ ταυτόχρονα τίθενται στον φυσικό δικαστή ενδεικτικά κριτήρια, τα οποία οφείλει να λάβει υπόψη του ώστε αιτιολογημένα να καταλήξει στην απόφαση περί πραγματικού ή μη σωφρονισμού του καταδικασθέντος και κατ΄ επέκταση στην απόλυση αυτού υπό τον όρο της ανάκλησης.

Ειδικά για τα αδικήματα: εμπορίας ναρκωτικών,  κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής , τα εγκλήματα κατά της ανθρώπινης ζωής κλπ, προκειμένου να θεμελιωθεί δικαίωμα αίτησης  απόλυσης  υπό όρο από τον καταδικασθέντα  θα απαιτείται  ελάχιστος χρόνος πραγματικής παραμονής του  στο σωφρονιστικό κατάστημα  που θα αντιστοιχεί στα 3/5 της επιβληθείσας ποινής, αντί των 2/5 που ισχύει σήμερα, ενώ  σε περίπτωση εκτίσεως της ποινής με ευεργετικό υπολογισμό  για  τα ανωτέρω εγκλήματα θα απαιτείται ως ελάχιστος χρόνος    που αντιστοιχεί   στα     4/5 της επιβληθείσης ποινής , αντί των 3/5 που ισχύει σήμερα.

Παράλληλα, για όσους καταδικάζονται για ανθρωποκτονία, θανατηφόρο ληστεία, θανατηφόρο βιασμό,  η μοναδική ποινή είναι πλέον η ισόβια κάθειρξη, ενώ για όσους εκτίουν ποινή ισόβιας κάθειρξης για τα ανωτέρω αδικήματα, ο χρόνος πραγματικής έκτισης εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων αυξάνεται από τα 16 έτη που ισχύει σήμερα στα 18 έτη.

Σε αυτό το πλαίσιο το υπουργείο Δικαιοσύνης τοποθετείται και στις αιτιάσεις για την εισαγωγή ειδικών προβλέψεων για τις γυναικοτονίες επισημαίνοντας μεταξύ άλλων πως «σε επίπεδο καταστολής πρωταρχικός στόχος της κυβέρνησης είναι να διασφαλίσει, ότι η ανθρωποκτονία εναντίον οποιουδήποτε στρέφεται θα τιμωρείται με την αυστηρότερη των ποινών.

Στο ποινικό δικαιϊκό σύστημα αυτή είναι η ποινή της ισοβίου καθείρξεως, η οποία στον Ποινικού Κώδικα, θα αποτελεί την μία και μοναδική προβλεπόμενη ποινή για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, διορθώνοντας καθ’ αυτόν τον τρόπο την απολύτως εσφαλμένη επιλογή της προηγούμενης κυβέρνησης να τιμωρεί την ανθρωποκτονία και με την διαζευκτική ποινή της πρόσκαιρης καθείρξεως. Συνεπώς, δεν τίθεται ζήτημα για ειδική ποινική μεταχείριση και διάκριση ποινών, αλλά επικέντρωση της χάραξης πολιτικών για την ανάπτυξη βασικών αξόνων που θα  ενδυναμώσουν τις γυναίκες σε όλους τους χώρους κοινωνικής, εργασιακής και πολιτικής ζωής»

Αλλάζει ο χρόνος έναρξης της παραγραφής των εγκλημάτων κατά της προσωπικής ελευθερίας , της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής ,όταν τελούνται σε βάρος ανηλίκων, ώστε να ξεκινά η προθεσμία της παραγραφής τους από την ενηλικίωση του ανηλίκου με παρέκταση ενός επιπλέον έτους εφόσον πρόκειται για πλημμέλημα ή τριών επιπλέον ετών εφόσον πρόκειται για κακούργημα.

Επιπλέον τα αδικήματα  της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας στον εργασιακό χώρο  και της προσβολής της  γενετήσιας ευπρέπειας  για τους ανήλικους   θα διώκονται πλέον αυτεπάγγελτα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η ασφυκτική τρίμηνη προθεσμία για την καταγγελία τους.   Η αιμομιξία αναβιβάζεται  σε κακούργημα και το αδίκημα της τέλεσης  γενετήσιων πράξεων με ανήλικους   (αποπλάνηση) θα τιμωρείται ως κακούργημα σε όλες τις μορφές του. Τέλος αλλάζει ο τρόπος εξέτασης των   ενηλίκων  θυμάτων  τέτοιων αξιόποινων πράξεων, ώστε σε συνδυασμό με την δυνατότητα της κατά προτεραιότητα εκδίκασής τους να αποφεύγεται η δευτερογενής θυματοποίησή  τους.

Επίσης, αυξάνεται  η προβλεπόμενη ποινή για το αδίκημα  της  κλοπής το οποίο τιμωρείται σήμερα με φυλάκιση έως 3 ετών και προτείνεται πλέον η τιμώρησή του με την ποινή της φυλάκισης  που πρακτικά σημαίνει  ότι στον  δράστη αυτού του εγκλήματος   μπορεί να επιβληθεί , ανάλογα με τις συνθήκες τέλεσης, την αξία του κλοπιμαίου αντικειμένου κλπ.  φυλάκιση έως πέντε ετών.

Για το  έγκλημα της υπεξαίρεσης αυξάνεται το κατώτατο όριο της προβλεπόμενης ποινής στην περίπτωση κατά την οποία το αντικείμενό της υπεξαίρεσης  είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και έτσι αντί για φυλάκιση και χρηματική ποινή, θα προβλέπεται φυλάκιση τουλάχιστον 3 μηνών και χρηματική ποινή. Δηλαδή η ποινή φυλάκισης που θα δύναται να επιβάλλει το Δικαστήριο στην επιβαρυντική περίσταση του χαρακτηρισμού  του υλικού αντικειμένου  της υπεξαίρεσης  ως ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, θα ξεκινάει  από το όριο των τριών μηνών και θα μπορεί να ανέλθει έως τα 5  έτη , ανάλογα με την κρίση του Δικαστηρίου, ενώ με τον ισχύοντα ΠΚ  η επιβλητέα ποινή  μπορεί  να κυμανθεί από 10 ημέρες που είναι το κατώτατο όριο του είδους της ποινής ( πλημμέλημα)  έως τα 5 έτη.

Στο έγκλημα της απάτης, προστίθεται και μια ενδιάμεση κατηγορία ποινικού κολασμού της απάτης ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που τιμωρείται με την ποινή της φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματικής ποινής. Συνεπώς κι εδώ αυξάνεται το κατώτατο όριο της προβλεπόμενης ποινής.

Τέλος στο έγκλημα της τοκογλυφίας, προβλέπεται αύξηση του κατώτατου και ανώτατου ορίου της ποινής  με την απειλούμενη  ποινή να κυμαίνεται από 6 μήνες έως 5 έτη στην πλημμεληματική μορφή του αδικήματος   ενώ  πλέον προστίθεται και κακουργηματική μορφή αυτού  που θα τιμωρείται  με κάθειρξη   πέντε έως 8 ετών και με χρηματική ποινή.

Με στόχο την προστασία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως ανηλίκων, πολιτών τρίτων χωρών, θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης που λόγω  της θέσης τους  και της κακοποίησης που έχουν υποστεί χρειάζονται αυξημένες νομοθετικές παρεμβάσεις ώστε να σπάσουν την σιωπή τους και να καταγγείλουν έγκαιρα τα σε βάρος τους εγκλήματα προβλέπεται αλλαγή στον τρόπο εξέτασης των θυμάτων   ώστε να αποφεύγεται η δευτερογενής θυματοποίησή τους. Επιπλέον  προβλέπεται   η δυνατότητα της κατά προτεραιότητα διεξαγωγής  της κύριας ανάκρισης  και εισαγωγής  τέτοιων υποθέσεων στο ακροατήριο.

Πλέον, για το αδίκημα της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας στον εργασιακό χώρο, το οποίο σήμερα διώκεται  κατ΄ έγκληση,  προβλέπεται  η αυτεπάγγελτη δίωξη. Με την προτεινόμενη αλλαγή, για την κίνηση της  ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα , αρκεί η  καταγγελία στην αρχή της αξιόποινης πράξης εντός πέντε ετών δίχως να απαιτείται  πλέον, , η τήρηση της διαδικαστικής προϋπόθεσης της υποβολής  της εγκλήσεως  εντός τριμήνου. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο οι εργαζόμενοι  θα έχουν στη διάθεσή τους τον  απαιτούμενο χρόνο να καταγγείλουν τις σε βάρος τους αξιόποινες συμπεριφορές  εργοδοτών ή συναδέλφων τους.


Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου